Φθάσαμε στην 43η θλιβερή “επέτειο” του απριλιανού πραξικοπήματος των
χουντικών στρατιωτικών που αλυσόδεσαν τους πολίτες σε μια μαύρη,
φασιστική δικτατορία ελεεινής μορφής που στηριζόταν στα όπλα και στα
βασανιστήρια.
Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε μαζί με την “Ελευθεροτυπία” το βιβλίο “Οι δίκες της Χούντας” με εκτενή πρακτικά για τις δίκες των χουντικών και βασανιστών, με το οποίο αναβιώνει το κλίμα της παράνοιας που είχαν δημιουργήσει οι πραιτωριανοί του φασιστικού καθεστώτος.
Ένας από αυτούς ο Μιχαήλ Πέτρου από την Σύμη, έφεδρος λοχίας που
υπηρέτησε στο κολαστήριο της ΕΑΤ-ΕΣΑ- και προς τιμήν του από τους
λίγους που ζήτησαν συγγνώμη για τα βασανιστήρια που διέπραξε:Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε μαζί με την “Ελευθεροτυπία” το βιβλίο “Οι δίκες της Χούντας” με εκτενή πρακτικά για τις δίκες των χουντικών και βασανιστών, με το οποίο αναβιώνει το κλίμα της παράνοιας που είχαν δημιουργήσει οι πραιτωριανοί του φασιστικού καθεστώτος.
«... Ζητώ δημόσια τη συγγνώμη των θυμάτων μου και εύχομαι στο μέλλον να μην υπάρξει ποτέ άνθρωπος που να υποστή τα όσα υπέστησαν».
Τα βασανιστήρια
Στην κατάθεσή του ο Μιχαήλ Πέτρου τόνισε: «... Η διαδικασία από την στιγμή της συλλήψεως του κρατουμένου ήταν η εξής: Πρώτα τον πηγαίναμε στο Διοικητήριο, μετά στο Πειθαρχείο, όπου του έπαιρναν όλα τα προσωπικά του αντικείμενα, γιατί φοβόμαστε μήπως αυτοκτονήσει.
Μετά τον οδηγούσαν ο αξιωματικός που τον είχε αναλάβει ή δύο δεσμοφύλακες σ’ ένα κελλί. Αν τον πήγαινε ο αξιωματικός, έδινε επί τόπου τις διαταγές για την μεταχείρισή του.
Διαφορετικά πήγαιναν οι δεσμοφύλακες και ρωτούσαν τον Διοικητή. Η συνηθισμένη διαταγή ήταν: «Δώστε του ένα μπερντάχι ξύλο, για να νοιώσει ότι είναι στο ΕΑΤ».
Ή «Αφαιρέστε του το κρεβάτι, την καρέκλα και το τραπέζι, για να ωριμάσει».
Ή «Στήστε τον όρθιο σ’ έναν κύκλο για να σιτέψει».
Μετά από αρκετές ώρες ημέρες ερχόταν ο ανακριτής αξιωματικός, για να πιστοποιήση αν οι διαταγές που είχε δώσει είχαν εκτελεσθή καλά. Ο στρατονόμος δεν μπορούσε να μην εκτελέση τις διαταγές του αξιωματικού. Όπως όταν μια φορά ο Τσάλας μου είπε για κάποιον κρατούμενο:
«Τον θέλω μπλε». Έπρεπε να γίνει μπλε.
Ο αξιωματικός διέτασσε: «Δώστε του το κρεβάτι, την καρέκλα και το τραπέζι». Αν ο κρατούμενος δεν έλεγε αυτό που ήθελαν, εφαρμοζόταν το «σχέδιο Νούμερο 2».
Το «Νούμερο2» ήταν ο ξυλοδαρμός. Αυτά τα σχέδια ήταν μάλλον πρωτοβουλία του Σπανού. Γιατί μόνο από τον Σπανό και τον Αντωνόπουλο τα είχε ακούσει.
Το «Νούμερο 3» ήταν ορθοστασία με ξυλοδαρμό συνεχή. Τώρα το «τσάι πάρτυ». Είχε δύο είδη «με φρυγανιές» ή «χωρίς φρυγανιές». Στην πρώτη περίπτωση, ο κρατούμενος στηνόταν στη μέση του κελιού του και γύρω του στέκονταν 4-5 ΕΣΑτζήδες. Δεν ήταν τόσο ο ξυλοδαρμός στην περίπτωση αυτή, αλλά η τρομοκράτηση.
Με αγιοφωνές χειρονομίες, αγριοφωνές και ουρλιαχτά τον τρομοκρατούσαν. Το «Τσάι πάρτυ με φρυγανιές» ήταν μια επανάληψη του προηγούμενου, αλλά συνοδευόταν και με πολύ ξύλο.
Κάτι ανάλογο με το νούμερο 3, αν αφαιρέσουμε την οθροστασία. Αν, μετά απ’ όλα αυτά τα σχέδια, ο αξιωματικός δεν έμενε ικανοποιημένος, άφηναν τον κρατούμενο 3-4 μέρες να ξεκουρασθεί, και μετά ξανάρχιζαν από την αρχή.
Τον έβαζαν 4-5 μέρες ορθοστασιά του, αν δεν έβγαζαν τίποτε, τον έστελναν σε άλλη μονάδα.
Τον έφερναν μετά πάλι πίσω, για να δουν αν είχε “ωριμάσει”. Αν όχι, άρχιζαν όλα πάλι από την αρχή».
Πώς γίνεσαι βασανιστής
Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του έως ΕΣΑτζή Ιωάννη Κοντού, ο οποίος παρουσιάστηκε ως μάρτυρας κατηγορίας. Η μαρτυρία του προσφέρει μια «εκ των έσω» οπτική γωνία στη δίκη:
«Από τον Σεπτέμβριο 1971 μέχρι τον Αύγουστο του 1973 υπηρέτησα στην ΕΣΑ.
Παρουσιάστηκα στην Καλαμάτα και από κει μετά από εκπαίδευση δύο μηνών, κατετάγην στο ΚΕΣΑ, όπου η πρώτη επαφή με το ΚΕΣΑ ήταν πάρα πολύ άσχημη.
Μας παρέλαβαν οι υπαξιωματικοί εκπαιδευτές και γονατιστοί - κατόπιν βεβαίως ξυλοδαρμού - μας πήγαν στο άγαλμα της 21ης Απριλίου.
Εκεί ορκιστήκαμε στο άγαλμα και στον διευθυντή μας. Αργότερα με ξυλοδαρμούς πάντοτε άρχισε η βασική εκπαίδευση η οποία ήταν:
Ξύλο -πρωινό φαγητό, ξύλο- μεσημεριανό φαγητό, ξύλο -βραδινό φαγητό, ξύλο και ύπνος. Αυτή ήταν η εκπαίδευσή μας επί 90 ημέρες. Υποβληθήκαμε σε πολλά βασανιστήρια. Θα μπορούσα να πω ότι περάσαμε πολύ περισσότερα από όσα πέρα-σαν αρκετοί κρατούμενοι.
Προσπαθούσαν να διαστρεβλώσουν τον χαρακτήρα μας. Αυτά που η πολιτεία αγωνιζόταν να μας μάθει, με τους γονείς μας, με το σχολείο, με την εκκλησία, αυτοί τα ανέτρεψαν όλα μέσα σε τρεις μήνες. Προσπαθούσαν να ξυπνήσουν τον εγκληματία μέσα μας, μας υπέβαλαν σε πολλά βασανιστήρια και ανάμεσά τους ο κ. Μαραγκός, ο οποίος μας έβαζε μετά γόνατα να κάνουμε τον γύρο του διοικητηρίου.
Μας κρεμούσαν από τα δένδρα. Προσωπικά με έβαλαν να βοσκήσω χορτάρι σαν πρόβατο. Δεν υπήρχε καμία δηλαδή αξιοπρέπεια για τον στρατιώτη. Σηκώναμε τζιπ στην ανάταση και τρέχαμε». Σε άλλο σημείο της κατάθεσής του ο Κοντός αναφέρει:
«Επί τρεις μήνες γινόταν αυτή η εκπαίδευση και προσπαθούσαν να μας μυήσουν στις ιδέες τους. Εκλήθην να υπηρετήσω την πατρίδα μου και ήμουν περήφανος για αυτό το πράγμα. Αλλά αργότερα κατάλαβα, ότι δεν υπηρέτησα την πατρίδα μου αλλά τις διεστραμμένες ιδέες ορισμένων αξιωματικών».
Ο Κοντός ήταν αυτόπτης μάρτυρας πολλών βασανιστηρίων. «Μας έβαζαν στο διάδρομο των κελιών σκοπούς. Εκεί είδα τον Στ. Παναγούλη, ο οποίος ήταν σε κακά χάλια. Είδα στρατονόμους να χτυπούν άγρια τον κ. Παναγούλη.
Έδερναν πάντα με εντολές. Δεν υπήρχαν υπερβάσεις και παρανομίες από κατώτατα όργανα». (...).
Στη συνέχεια ο Κοντός απευθύνθηκε στο προεδρείο του Στρατοδικείου και είπε: «Μας είχαν κάνει κύριε Πρόεδρε πλύση εγκεφάλου με την κομμουνιστοφοβία.
Τους αμόρφωτους “σημάδευαν” κυρίως. Έκαναν κατηχήσεις ότι οι κομμουνιστές θα μας σφάξουν με κονσερβοκούτια αι όταν αναλάβουν την εξουσία θα μας βγάλουν τα μάτια.
Και όταν ερχόταν κάποιον κρατούμενος το γενικός σύνθημα ήταν: «Κομμουνιστής. Πρέπει να πεθάνει!», «Τσακίστε τους», μας έλεγαν:
«Θα σφάξουν όλη την Ελλάδα». Μας αφήρεσαν ό,τι καλό μας έδωσαν οι γονείς μας και η εκκλησία, να αγαπάμε τον πλησίον, μέχρι σημείου, μάλιστα, που να βλέπουμε άνθρωπο να σφαδάζει και να μη μας κάνει αίσθηση».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Τα σχόλια, συχνά, αργούν να δημοσιευθούν γιατί πρέπει πρώτα να ελεγχθεί ότι δεν είναι υβριστικά ή διαφημιστικά (κανένας άλλος έλεγχος δεν γίνεται) και επειδή το blog δεν είναι η δουλειά μας, αλλά το "ψώνιο" μας, ελέγχονται μόνο μια φορά τη μέρα.