Τρίτη 8 Ιανουαρίου 2013

Σαν σήμερα, 8/1/1991:Το [παρα]κράτος δολοφονεί τον Ν. Τεμπονέρα

Ο Νίκος Τεμπονέρας (1953 – 1991) ήταν καθηγητής μαθηματικών σε Λύκειο της Πάτρας και στέλεχος του Εργατικού Αντιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ). Το όνομά του έγινε γνωστό στο πανελλήνιο, όταν σκοτώθηκε από μέλη της ΟΝΝΕΔ, έπειτα από συμπλοκή σε Λύκειο της Πάτρας, κατά τη διάρκεια των μαθητικών κινητοποιήσεων της περιόδου 1990 – 1991.
Στα τέλη του 1990 τη χώρα κυβερνούσε η Νέα Δημοκρατία, με πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Υπουργό Παιδείας τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο. Ο χώρος της Παιδείας βρισκόταν σε αναβρασμό, εξαιτίας της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που προωθούσε η κυβέρνηση. Με το πολυνομοσχέδιο που θα έφερνε στη Βουλή ρυθμίζονταν θέματα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών, επιβολή «ομοιόμορφης» ενδυμασίας και «πειθαρχικού ελέγχου» της εξωσχολικής ζωής, επανακαθιέρωση προσευχής, έπαρσης της σημαίας και εκκλησιασμού) και της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, περικοπές κοινωνικών παροχών σε φοιτητές κ.ά.). Το 70% των σχολείων βρισκόταν υπό κατάληψη, ενώ καθημερινό φαινόμενο ήταν οι διαδηλώσεις στις μεγάλες πόλεις της χώρας.
Η κατάσταση ήταν έκρυθμη και πολιτικά οξυμένη, με την κυβέρνηση να δέχεται τα πυρά σύσσωμης της αντιπολίτευσης. Αγανακτισμένοι γονείς και κάποια δυναμικά στελέχη της νεολαίας της Νέας Δημοκρατίας ζητούσαν τον τερματισμό των καταλήψεων, έστω και δια της βίας. Γύρω στις 10:30 μ.μ. της 8ης Ιανουαρίου 1991, μέλη της ΟΝΝΕΔ προσπάθησαν να ανακαταλάβουν το 3ο Γυμνάσιο – Λύκειο Πάτρας. Κατά τη διάρκεια συμπλοκής που επακολούθησε βρέθηκε νεκρός, χτυπημένος με σιδερολοστό στο κεφάλι, ο καθηγητής του σχολείου Νίκος Τεμπονέρας, που είχε προστρέξει να βοηθήσει τους καταληψίες μαθητές του.

Την επομένη, ο Υπουργός Παιδείας Βασίλης Κοντογιαννόπουλος υπέβαλε την παραίτησή του και θεωρήθηκε από τον Τύπο ως το εξιλαστήριο θύμα της κυβέρνησης για την εκτόνωση της κρίσης. Νωρίτερα, είχε κατηγορηθεί από τον Ανδρέα Παπανδρέου ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας Τεμπονέρα. (Τα επόμενο χρόνια, όταν η υπόθεση είχε καταλαγιάσει, ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος προσχώρησε στο ΠΑΣΟΚ και αναδείχθηκε στέλεχος των κυβερνήσεων Σημίτη). Στη θέση του στο Υπουργείο Παιδείας τοποθετήθηκε ο Γιώργος Σουφλιάς, ο οποίος ανακοίνωσε την απόσυρση όλων των επίμαχων νομοθετημάτων και την έναρξη διαλόγου για την παιδεία «από μηδενική βάση».
Στο αστυνομικό μέρος της υπόθεσης, ως δράστες της δολοφονίας Τεμπονέρα κατηγορήθηκαν ο πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας και δημοτικός σύμβουλος Ιωάννης Καλαμπόκας, και το μέλος της τοπικής ΟΝΝΕΔ Αλέκος Μαραγκός. Συνελήφθησαν και οι δύο και προφυλακίστηκαν.
Στις 10 Ιανουαρίου 1991 πραγματοποιήθηκε μεγάλο συλλαλητήριο στην Αθήνα, στο οποίο πήραν μέρος γύρω στα 100.000 άτομα.
Η κυβέρνηση ελπίζει ότι το κλίμα θα εκτονωθεί με τις διακοπές των Χριστουγέννων, ενώ ο υπουργός Παιδείας δηλώνει ότι τα προεδρικά διατάγματα δεν θα εφαρμοστούν για ένα τρίμηνο, έως ότου γίνουν «πλήρως κατανοητά» από μαθητές και καθηγητές. Σύντομα, οι τρεις μήνες γίνονται δώδεκα και το νομοσχέδιο τροποποιείται μερικώς, χωρίς αλλαγές όμως στα σημαντικότερα σημεία (πειθαρχικές διατάξεις, περικοπές κ.ά.).
Με το νέο χρόνο, όμως, οι μαθητές και φοιτητές αποφασίζουν τη συνέχιση των καταλήψεων στα ΑΕΙ, τα ΤΕΙ και σε 1.800 από τα 3.014 γυμνάσια και λύκεια της χώρας. Ως απάντηση, ο υπουργός Παιδείας, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, δηλώνει ότι όσοι συμπληρώσουν 50 αδικαιολόγητες απουσίες λόγω των καταλήψεων θα χάσουν τη χρονιά.
Στις 07.01.1991, ημέρα επανέναρξης των μαθημάτων μετά τις γιορτές, οι καταλήψεις συνεχίζονται ενώ η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) κηρύσσει στάση εργασίας και καλεί τους καθηγητές να βρίσκονται έξω από τα σχολεία «για να συμβάλουν στην αποτροπή προκλήσεων που ίσως επιχειρηθεί να δημιουργηθούν» καθώς έχει γίνει αντιληπτό ότι ο κομματικός μηχανισμός της Νέας Δημοκρατίας έχει κινητοποιήσει ομάδες «αγανακτισμένων γονέων» για να «σπάσουν» τις καταλήψεις.
Από το πρωί της μέρας σημειώνονται μικροεπεισόδια μεταξύ γονέων και καταληψιών, καθηγητών και δημοτικών συμβούλων. Οι καθηγητές αρνούνται να βάλουν απουσίες στους μαθητές και ο υπουργός αποφασίζει την πειθαρχική δίωξή τους, ενώ την επόμενη μέρα, ομάδες ροπαλοφόρων εισβάλουν σε σχολεία και τραυματίζουν μαθητές, υπό τα απαθή βλέμματα των αστυνομικών οργάνων.
Στις 08.01.1991, στις 19.30 το απόγευμα, στην Πάτρα περί τα τριάντα στελέχη της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης Ιωάννη Καλαμπόκα, επιτίθενται οπλισμένοι κατά των μαθητών στην κατάληψη του Πολυκλαδικού Λυκείου, χωρίς όμως να επιτύχουν να διώξουν τους νέους.
Μία ώρα αργότερα, η ίδια ομάδα επιτίθεται κατά του 3ου Λυκείου και καταφέρνουν να απωθήσουν τους ελάχιστους μαθητές που βρισκόταν στο χώρο. Σε λίγο, συγκεντρώνονται έξω από το λύκειο δεκάδες μαθητές, καθηγητές, γονείς, δημοτικοί σύμβουλοι της αντιπολίτευσης καθώς και ο δήμαρχος Πάτρας, Α. Καράβολας και ο βουλευτής Αχαΐας του Πα.Σο.Κ, Α. Φούρας.
Τα στελέχη της ΟΝΝΕΔ αρνούνται να υποχωρήσουν από την «αντικατάληψη» και δηλώνουν ότι θα παρατείνουν την κατάληψη του Λυκείου μέχρι αυτό να λειτουργήσει ξανά κανονικά. Σύντομα, τα πνεύματα οξύνονται και αρχίζουν οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο πλευρών με εκσφενδονίσεις αντικειμένων, ενώ σημειώνονται οι πρώτοι τραυματισμοί.
Γύρω στις 23.30 το βράδυ, ομάδα καθηγητών και γονέων επιχειρεί να μπει στο κτίριο. Με το άνοιγμα της πόρτας τα μέλη της ΟΝΝΕΔ επιτίθενται στον κόσμο με σιδερολοστούς, καδρόνια και τσιμεντόλιθους. Ο καθηγητής μαθηματικών και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, πέφτει θανάσιμα τραυματισμένος, με ανοιγμένο το κρανίο από το σιδερολοστό του Ι.Καλαμπόκα.
Μεταφέρεται στο νοσοκομείο κλινικά νεκρός και το πρωί της 09.01.1991 παύουν όλες οι ζωτικές λειτουργίες του. Στο νοσοκομείο μεταφέρονται επίσης άλλα τέσσερα άτομα σε σοβαρή κατάσταση και δεκάδες με ελαφρότερα τραύματα. Η ομάδα του Καλαμπόκα εξαφανίζεται ανενόχλητη αφού η αστυνομία κάνει την εμφάνισή της, όταν τα επεισόδια έχουν τελειώσει. Οι αυτόπτες μάρτυρες καταγγέλλουν ως φυσικούς αυτουργούς τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας και μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου Ι. Καλαμπόκα, το στέλεχος της ΟΝΝΕΔ Α. Μαραγκό και τον συντροφό τους Σ. Σπίνο.
Τις επόμενες μέρες, η νεανική εξέγερση κλιμακώνεται και δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτών συγκρούονται με τα ΜΑΤ στην Πάτρα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ ο υπουργός Παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλος παραιτείται. Στις 10.01.1991 κατά τη μεγαλειώδη διαδήλωση 50.000 ατόμων στο κέντρο της Αθήνας, τα ΜΑΤ επιτίθενται στον κύριο όγκο των διαδηλωτών. Οι συγκρούσεις διαρκούν όλη τη μέρα και, όταν οι δυνάμεις καταστολής επιχειρούν να απωθήσουν τον κόσμο προς το Πολυτεχνείο, οι διαδηλωτές αντιστέκονται και οι συγκρούσεις κορυφώνονται.
Βομβίδες ασφυξιογόνων αερίων των ΜΑΤ προκαλούν πυρκαγιά στο κτίριο που στεγαζόταν το κατάστημα ενδυμάτων «Κ. Μαρούσης», στην συμβολή Θεμιστοκλέους και Πανεπιστημίου. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις που σπεύδουν στο σημείο για να σβήσουν τη φωτιά δέχονται επίθεση με χημικά αέρια από τα ΜΑΤ και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες, υποφέροντας από σπασμούς λόγω των χημικών. Όταν η πυρκαγιά σβήσει μετά τα μεσάνυχτα, ανασύρονται οι σωροί τεσσάρων πολιτών, μέσα από το κτίριο του καταστήματος.
Η ένταση συνεχίζεται για τα επόμενα εικοσιτετράωρα, με νέες πορείες, καταλήψεις και συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, ενόσω ο Γ. Σουφλιάς, αντικαταστάτης του παραιτηθέντος Β. Κοντογιαννόπουλου στο υπουργείο Παιδείας, αποσύρει τα επίμαχα νομοθετήματα και ανακοινώνει την έναρξη διαλόγου για την Παιδεία «από μηδενική βάση», μέχρις ότου ο Πόλεμος του Κόλπου μετατοπίσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.
Ο συγκατηγορούμενος για τη δολοφονία Α. Μαραγκός, απαλλάχτηκε με βούλευμα, ενώ ο Ι. Καλαμπόκας καταδικάστηκε πρωτόδικα από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου σε ισόβεια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προμελέτης – ποινή που σύντομα μειώθηκε και στις 2 Φεβρουαρίου 1998 αφέθηκε ελεύθερος λόγω «καλής συμπεριφοράς». Σήμερα ζει και εργάζεται στο Βόλο ως υπεύθυνος παραρτήματος της Εθνικής Τράπεζας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Τα σχόλια, συχνά, αργούν να δημοσιευθούν γιατί πρέπει πρώτα να ελεγχθεί ότι δεν είναι υβριστικά ή διαφημιστικά (κανένας άλλος έλεγχος δεν γίνεται) και επειδή το blog δεν είναι η δουλειά μας, αλλά το "ψώνιο" μας, ελέγχονται μόνο μια φορά τη μέρα.